Το Ίδρυµα
Οικονοµικών και Βιοµηχανικών Ερευνών
(ΙΟΒΕ) εκπόνησε,
για λογαριασµό του
Συνδέσµου Επιχειρήσεων Ηλεκτρισµού
Ελλάδας (ΣΕΗΕ), µελέτη για τις
επιδράσεις και αναγκαίες προσαρµογές για τη µεγάλης κλίµακας διείσδυση
των Α.Π.Ε.
στην
ηλεκτροπαραγωγή, η οποία θα παρουσιαστεί σε
εκδήλωση
την Τρίτη 5 Ιουλίου 2011 και ώρα
18.00, στο αµφιθέατρο
«ΕΡΜΗΣ» του
ΕΒΕΑ
(Ακαδηµίας 7, 6ος όροφος).
Η ταχεία προώθηση των Ανανεώσιµων Πηγών
Ενέργειας
(Α.Π.Ε.) αποτελεί έναν από
τους θεµελιώδεις άξονες
της
πολιτικής της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ), στο πλαίσιο της
προσπάθειας
αντιµετώπισης
της κλιµατικής αλλαγής
και
των συνεπειών της αλλά και
της
διασφάλισης της ενεργειακής της τροφοδοσίας και αυτονοµίας. Η προσπάθεια δεν
πρόκειται
να ολοκληρωθεί το 2020,
αλλά,
όπως
προκύπτει από τον Οδικό Χάρτη
για το Κλίµα που πρόσφατα ανακοίνωσε
η Ευρωπαϊκή Επιτροπή (Μάρτιος 2011), ήδη
προετοιµάζεται η εποχή µετά το 2020, όπου οι στόχοι
µείωσης
των
εκποµπών θα είναι ακόµα µεγαλύτεροι. Στο πλαίσιο αυτό,
η ευρεία
ανάπτυξη των
Α.Π.Ε. αποτελεί απαραίτητο πυλώνα της
αναδιάρθρωσης
του ενεργειακού συστήµατος κάθε χώρας - µέλους.
Η µετάβαση της
Ελλάδας
προς
µια οικονοµία µε χαµηλές εκποµπές αερίων θερµοκηπίου, της
οποίας κεντρικό χαρακτηριστικό αποτελεί η µεγάλης κλίµακας
αξιοποίηση των Α.Π.Ε.,
δεν είναι εφικτό να πραγµατοποιηθεί
χωρίς τη ριζική
αναδιάρθρωση του εγχώριου
τοµέα ηλεκτροπαραγωγής, η οποία θα συνοδεύεται
από σηµαντικές επενδύσεις στα δίκτυα µεταφοράς και διανοµής. Στην µελέτη παρουσιάζονται και, όπου είναι δυνατό,
αποτιµώνται οι επιδράσεις στο σύστηµα
παραγωγής, στο σύστηµα µεταφοράς και σε οικονοµικά µεγέθη
από τις απαιτούµενες προσαρµογές για
την επίτευξη του δεσµευτικού εθνικού στόχου διείσδυσης των Α.Π.Ε.
µε ορίζοντα το
2020.
Στο πλαίσιο της µελέτης αναπτύχθηκαν συνολικά
έξι σενάρια, τα οποία διαφέρουν ως
προς
την έκταση της διασύνδεσης του συστήµατος (µόνο
Κυκλάδες, Βόρειο Αιγαίο ή όλα
τα νησιά), τις επιπλέον δυνατότητες αντλησιοταµίευσης (0, 365 MW ή 865 MW), τις
επιπλέον διεθνείς διασυνδέσεις
(0 ή 1 GW), την οικονοµική
ανάπτυξη (στασιµότητα, επικρατέστερο σενάριο ή υψηλή
ανάπτυξη), τις τιµές δικαιωµάτων CO2
(10, 25 ή 35 €/tCO2), τις τιµές φυσικού αερίου, τη διαχρονική
εξέλιξη της ζήτησης και
την
ταχύτητα διείσδυσης των Α.Π.Ε..
Τα κύρια συµπεράσµατα
της µελέτης κατά το επικρατέστερο (ενδιάµεσο) σενάριο έχουν
ως
εξής:
- Για την
επίτευξη του στόχου διείσδυσης
απαιτούνται 9,1 GW νέας
ισχύος Α.Π.Ε.
το 2020.
- Το εκδηλωθέν επενδυτικό ενδιαφέρον
επαρκεί για την επίτευξη αυτού του στόχου. Ωστόσο, πρέπει να ξεπεραστούν σηµαντικά
εµπόδια στη χρηµατοδότηση, στις αδειοδοτικές διαδικασίες, στην πρόσβαση στα δίκτυα,
στο χωροταξικό και στην κοινωνική αποδοχή.
- Η µεγάλη διείσδυση των Α.Π.Ε. δεν
οδηγεί σε αύξηση της εύλογης χρέωσης καταναλωτή, µετά την κατάργηση της δωρεάν διάθεσης
δικαιωµάτων CO2 το 2013:
i. Η στήριξη
των
Α.Π.Ε., παρά την αυξανόµενη
διείσδυση, εξακολουθεί
να αποτελεί σχετικά µικρό µέρος της
συνολικής εύλογης
χρέωσης καταναλωτή,
ήτοι µόλις 3,3%
κατά µέσον όρο τη δεκαετία 2011-20.
ii. Οι Α.Π.Ε. µειώνουν το κόστος για δικαιώµατα εκποµπών CO2.
Παράλληλα µειώνουν την Οριακή Τιµή Συστήµατος και συνεισφέρουν ισχύ στο σύστηµα.
iii. Σηµαντικό µέρος του θεσµοθετηµένου κόστους στήριξης Α.Π.Ε.
αντιστοιχεί σε κόστος που αποφεύγεται λόγω της διείσδυσης των Α.Π.Ε. Η συνδροµή
της ενίσχυσης των Α.Π.Ε. αποτελεί µέρος µόνο (περίπου το 40%) του Ειδικού Τέλους
Α.Π.Ε., όπως υπολογίζεται σήµερα.
- Η µεγάλη διείσδυση Α.Π.Ε. κινητοποιεί
σηµαντικό ύψος κεφαλαίων, µε ευεργετική επίδραση στην οικονοµική δραστηριότητα
και στην απασχόληση, κάτι εξαιρετικά σηµαντικό στην παρούσα συγκυρία. Επιπλέον,
βελτιώνει το ισοζύγιο των τρεχουσών συναλλαγών λόγω της προκύπτουσας µείωσης των
εισαγοµένων καυσίµων.
- Η οµαλή ένταξη των Α.Π.Ε. απαιτεί
προσαρµογές σε τεχνολογικό, επιχειρηµατικό και ρυθµιστικό επίπεδο στο θερµικό σύστηµα
παραγωγής και στη λειτουργία της αγοράς.
- Οι τεχνολογικές δυσκολίες για το σύστηµα
µεταφοράς και το δίκτυο διανοµής από την µεγάλη διείσδυση Α.Π.Ε. αντιµετωπίζονται
επαρκώς µε την εφαρµογή σύγχρονών τεχνολογιών.
- Η οµαλότερη ενσωµάτωση της µεγάλης
διείσδυσης προϋποθέτει την πλήρη υλοποίηση των έργων που σχεδιάζει ο ∆ιαχειριστής
του Συστήµατος.
Από τα προαναφερόµενα
συµπεράσµατα προκύπτει ότι
η στροφή στις
Α.Π.Ε. και η επίτευξη των συγκεκριµένων
στόχων διείσδυσής
τους στην ηλεκτροπαραγωγή είναι και εφικτή και επωφελής για
τη χώρα µας.
Παρόλα
αυτά, το ενδεχόµενο
να µην πραγµατοποιηθούν οι αναγκαίες
επενδύσεις στις Α.Π.Ε. είναι πολύ σοβαρό, εφόσον η κρατική µηχανή συνεχίσει
να λειτουργεί αναποτελεσµατικά
και δεν ενσωµατωθεί
επαρκώς στις ατοµικές και συλλογικές
αποφάσεις
η µέριµνα για το ευρύτερο συµφέρον. Εάν ακολουθηθεί η πεπατηµένη, πολύ
πιθανόν να µην επιτευχθούν
οι στόχοι και οι ωφέλειες για την οικονοµία. Υπάρχει όµως και η επιλογή της µετάβασης προς ένα αποτελεσµατικό κράτος και µια ελεύθερη
και γρήγορα αναπτυσσόµενη οικονοµία, µε ταυτόχρονη µέριµνα, ώστε
το νέο αναπτυξιακό
πρότυπο να εξασφαλίζει
καθαρό περιβάλλον
και πραγµατική κοινωνική δικαιοσύνη. Σε ένα τέτοιο
πλαίσιο,
οι επενδύσεις σε έργα Α.Π.Ε. θα αποτελέσουν σηµαντική συνιστώσα στην
ανάταξη της εθνικής οικονοµίας.
Τη µελέτη θα προλογίσει
ο Γενικός ∆ιευθυντής
του ΙΟΒΕ, Καθηγητής
Γιάννης
Στουρνάρας. Βασικοί Οµιλητές
θα είναι ο Πρόεδρος
του Συνδέσµου Επιχειρήσεων Ηλεκτρισµού Ελλάδος (ΣΕΗΕ),
Καθηγητής Νίκος Χατζηαργυρίου και ο ∆ρ. Σάββας Σεϊµανίδης,
Μέλος του ∆.Σ. του ΣΕΗΕ. Την παρουσίαση
της
µελέτης θα κάνει ο Υπεύθυνος Ερευνας
της Μονάδας Παρακολούθησης και Ανάλυσης
του Τοµέα Ηλεκτρικής Ενέργειας του ΙΟΒΕ, κ. Svetoslav Danchev.
Ο Σύνδεσµος Επιχειρήσεων Ηλεκτρισµού Ελλάδος (ΣΕΗΕ) ιδρύθηκε το 2008, µε
πρωτοβουλία της ∆ΕΗ και
ανεξάρτητων παραγωγών και
προµηθευτών ηλεκτρικής ενέργειας,
µε σκοπό τη
συνεργασία τους
και
την
εκπροσώπηση και προάσπιση των συµφερόντων του κλάδου στην Ελλάδα
και στο εξωτερικό.
Μέλη του
Συνδέσµου
είναι
οι µεγαλύτερες εταιρείες που δραστηριοποιούνται
στην Ελλάδα
στην
παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας,
τόσο από συµβατικά καύσιµα
όσο
και
από
ανανεώσιµες πηγές ενέργειας, στις εισαγωγές/ εξαγωγές ηλεκτρικής
ενέργειας και στην εµπορία στους τελικούς πελάτες. Ο Σύνδεσµος
εκπροσωπεί την
Ελλάδα ως
µέλος στην Ευρωπαϊκή Ένωση της Ηλεκτρικής Βιοµηχανίας
EURELECTRIC (Union of the Electricity Industry).
Το Ίδρυµα Οικονοµικών και Βιοµηχανικών Ερευνών
είναι ένας ιδιωτικός, µη
κερδοσκοπικός, κοινής ωφελείας ερευνητικός οργανισµός, που ιδρύθηκε το
1975 µε
τον διττό σκοπό να
προωθεί την
έρευνα σχετικά
µε την Ελληνική
οικονοµία
και τους
τοµείς της,
παρέχοντας
αξιόπιστες πληροφορίες,
αναλύσεις
και προτάσεις
για
δράση.
Μεταξύ
των λειτουργιών
του
οργανισµού
είναι
η συνεργασία του µε ερευνητικά
ινστιτούτα του
εξωτερικού και διεθνείς οργανισµούς πάνω σε
θέµατα κοινού ενδιαφέροντος.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου